Ένας συνθέτης ηλεκτρονικής μουσικής, ζει με τη γυναίκα του σ'ένα χωριό της αγγλικής επαρχίας. Γνωρίζεται τυχαία μ'έναν ξένο ο οποίος αυτοπροσκαλείται για φαγητό, και μαγεύει τους απρόθυμους οικοδεσπότες του με ιστορίες από τα ταξίδια του στην Aυστραλία. Έχει φέρει μαζί του ένα θανατηφόρο κόκαλο, την ικανότητα να αιχμαλωτίσει την καρδιά μιας γυναίκας και τη δύναμη να εκφέρει μια τρομερή, δολοφονική κραυγή
Η καλύτερη ταινία της βρετανικής περιόδου του αυτοεξόριστου λογοκριμένου πολωνού ποιητή, μποξέρ, ζωγράφου, ηθοποιού, προπονητή δύο ερασιτεχνικών ποδοσφαιρικών ομάδων, συν-σεναριογράφου του The Knife in the Water. 1962, κοντινότερου ανατολικοευρωπαίου σκηνοθέτη στο πνεύμα της nouvelle vague - Jerzy Skolimowski (Deep End.1970, The Essential Killing.2010).
Η παραξενιά της φαίνεται απ'την αρχή- τρεις ασύνδετες μεταξύ τους σκηνές στους τίτλους αρχής... Τρόφιμοι και γιατροί ενός επαρχιακού ψυχιατρείου παίζουν κρικετ σ'ενα γήπεδο χεσμένο από αγελάδες. Ο πολυμαθής, πολυταξιδευμένος, ευφιέστατος τρόφιμος Τσαρλς κρατά το σκορ και για να γλυτώσει απ'τη βαρεμάρα διηγείται, ακονίζοντας ένα κόκκαλο, σ'εναν σαστισμένο επισκέπτη (τον Robert Graves- το όνομα του συγγραφέα της ομότιτλης νουβέλας που βασίζεται το σενάριο.1929) μια ιστορία που αφορά τον ίδιο, έναν από τους παίχτες και την γυναίκα του. Για να την κρατά πάντα ζωντανή μέσα του, την διηγείται πάντα διαφορετικά, αλλάζοντας την σειρά, την σημαντικότητα και τις κορυφώσεις των γεγονότων αλλά στο τέλος είναι πάντα η ίδια... Βρισκόταν σε περιπατικές διακοπές όταν συνάντησε τον avant guard μουσικό και του έπιασε κουβέντα για το μηδενιστικό κυριακάτικο κύρηγμα της εκκλησίας του χωριού. Αυτός από αμηχανία του πρόσφερε την φιλοξενία του. Στο δείπνο τους μίλησε για τα 18 χρόνια που έζησε με τους Αβορίγινες, οτι σκότωσε όλα του τα παιδιά εκμεταλλευόμενος ένα έθιμο τους, για τον μάγο της φυλής που έγδαρε τον ευατό του για να φέρει βροχή και την ικανότητα που του δίδαξε να μπορεί να σκοτώσει ακαριαία όποιον ακούσει την Κραυγή του. Η εισβολή του αινιγματικού άντρα σύντομα ταράζει την αρμονική ζωή του φιλήσυχου μποεμ ζευγαριού, παρά την δυσπιστία τους για τα περι μαγείας, μιας και δεν έχουν τη φαντασία να κατανοήσουν κάτι έξω από τη δική τους εμπειρία. Η γυναίκα θα υποταχτεί εξ ολοκλήρου και ο επιστήμονας του ήχου, που έχει ακούσει τα πάντα στη ζωή του, ανυπομονεί να ακούσει την Κραυγή.
Μια ιστορία από το ψυχιατρείο για το ψυχιατρείο. Μιλά για την δύναμη και την αλήθεια, χάνει την ισορροπία μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας και βασανίζει το μυαλό καιρό μετά την θέαση της. Αδύνατον να ταξινομηθεί σε κάποιο genre- περιεχόμενο και φόρμα ταυτίζονται αδιαφορώντας για τις συμβάσεις και τα όρια των ειδών- arthouse μεταμοντέρνο (ημι)μεταφυσικό πειραματικό θριλλερ, abstract ambient αλληγορικό ψυχοδράμα μυστηρίου ή η ευφάνταστη, αλληγορική, χωρίς νόημα, ιστορία από το Στόμα Της Τρέλας.1994 μιας διάνοιας στη ζώνη του λυκόφωτος? Τα κομμάτια/layers του παζλ ενώνονται σιγά σιγά κάτω από το ερωτηματικό που διατρέχει την ταινία σε ολόκληρη την διάρκεια της (88 min) μέχρι και το wtf ανοιχτό φινάλε. Διάσπαρτες, ασυνάρτητες, χωρίς χρονική συνέχεια(?), εικόνες συνδέονται και αποκτούν αργότερα νόημα αφήνοντας μαλάκα τον θεατή με την ευρηματικότητα και την περίτεχνη δομή του σεναρίου, που χάρις το montaz καταφέρνει να κόψει "ένα κρύσταλλο με τις διαθλαστικές του γωνίες και την καλειδοσκοπική του όψη, κάτι σαν τα θραύσματα ενός ονείρου που συσσωρεύονται σε μια δομή τόσο παράξενη που κανείς δεν μπορεί να την συλλάβει λογικά, αλλά η οποία ταρακουνά όλες τις αισθήσεις" (Jerzy Skolimowski). Η χρήση του ήχου είναι ένα ακόμα επίτευγμα- αποκτά πρωτόγνωρο ύπουλο ρόλο στην αφήγηση ενώ τα έρημα τοπία/απέραντοι αμμόλοφοι και η ρουτίνα της καθημερινότητας του, κολλημένου στο χρόνο, χωριού συμπληρώνουν την ονειρική μυστηριακή ατμόσφαιρα ανησυχίας. Απαιτητικό, παράξενο, πολυεπίπεδο, Βραδίας Καύσεως και χαοτικό. Θυμίζει στα σημεία τα κλασσικά Straw Dogs.1974, The Wicker Man.1973, Don't Look Now.1973 και έχει κάτι από την παραισθησιογόνα ατμόσφαιρα του D.Lynch (Blue Velvet.1986, Lost Higway.1997 ). Ο διεστραμένος Sir Alan Bates κλέβει την παράσταση από τους πάντα καλούς Susannah York (They Shoot Horses, Don't They?1969, Images.1972) και John Hurt (The Osterman Weekend.1983, Alien.1979) γεμίζοντας το κάδρο και μαγνητίζοντας θύματα και θεατή με την πληθωρική παρουσία του. Μια μεγάλη στιγμή της περιπετειώδους πορείας του αντικαριερίστα πολωνού και του μετα-hammer βρετανικού τρόμου των 70ς. Αν κυκλοφορούσε σήμερα θα ήταν το θριλλερ της χρονιάς.
1. Ειδική μνεια για το υπόγειο εργαστήριο του Hurt (ξέχνα το Blow Out.1981), όπου εκεί στριμωγμένος ανάμεσα σε μπλιμπλίκια, μετρονόμους, μπομπίνες και αναλογικά μηχανήματα ηχογράφησης της εποχής ηχογραφεί ήχους-μια σφίγγα σε μπουκάλι, η κάφτρα του τσιγάρου, δοξάρι και κονσέρβα, μπίλιες και νερό κ.α.- και τους μεγεθύνει δημιουργώντας εντυπωσιακά ηχητικά εφε
2. Η μπάλα χάθηκε όταν ο πίνακας του Φράνσις Μπέικον άξαφνα πήρε σάρκα και οστά.
3. ελλ. τίτλος> Η Κραυγή Που Σκοτώνει
3. ελλ. τίτλος> Η Κραυγή Που Σκοτώνει
Μπράβο και για την επιλογή και για το κείμενο!
ΑπάντησηΔιαγραφήεξαιρετική κριτική...εύγε...
ΑπάντησηΔιαγραφή