Παρασκευή 2 Μαΐου 2014

Οι Βοσκοί (1967)





[H Εκρηξη Της Συλλογικης Μυθολογιας]

 Είναι δυνατόν η συλλογική μυθολογία μιας κοινωνίας να σπάσει τις ίδιες τις κοινωνικές συμβάσεις και να προκαλέσει την Επανάσταση? Ναι, μοιάζει να λέει ο Νίκος Παπατάκης στους Βοσκούς.  Ή τουλάχιστον, μόνο προσεγγίζοντας  αυτή τη συλλογική μυθολογία μπορεί να μιλήσει κανείς για την Επανάσταση.  Έτσι, μεγάλο Σάββατο μεσημέρι μέχρι την Κυριακή του πάσχα, το τυπικό ελληνικό χωριό, αντί να ζήσει την ανάσταση, το τυπικό του μασκαρέματος των κοινωνικών και ατομικών συγκρούσεων, το  τελετουργικό της  καθεστηκυίας τάξης, ζει την εξέγερση του. Εξέγερση όχι ενάντια στην οικονομική καταπίεση ή την πολιτική εξουσία, εξέγερση στη λειτουργεία της κοινωνίας, έτσι όπως αυτή διέπεται από μερικούς μύθους. Η Πατριαρχία, η παντοδυναμία του Άρχοντα, η Μοίρα των φτωχών, το απαγορευμένο της σεξουαλικής επαφής, το Ιερό της ιδιοκτησίας, η συγγνώμη του Αφέντη.
       Μια τέτοια εξέγερση πώς γίνεται εφικτή? Πρώτα- πρώτα όχι μέσα από ψυχολογικές συγκρούσεις. Ο Παπατάκης «αποπροσωποποιεί» τους ηθοποιούς του, τους θέλει μεσάζωντες αλλά ποτέ φορείς των συγκρούσεων. Ο ρόλος τους είναι εκείνος της «φιγούρας» που παίρνει τη θέση του αρχαίου χορού.  Ο Γ.Διαλεγμένος (Θανος Ζέκος) είναι η πάλη του δούλου με την ιδεολογία της δουλείας,  η Όλγα Καρλάτου (Δέσποινα) το πέρασμα από την πατριαρχική υποταγή στην απελευθέρωση και το θάνατο, ο Λάμπρος Τσάγκας (φίλος του Θάνου, γιος του αφεντικού) η διαμάχη της ατομικής ευαισθησίας με την αποδοχή της κυρίαρχης μυθολογίας. Η εξέγερση λοιπόν δεν μπορεί παρά να είναι αποτέλεσμα μιας ρήξης με τους κανόνες και τις συμβάσεις που ρυθμίζουν τη ζωή της κοινωνίας και ρυθμίζονται από τους μύθους που προαναφέραμε. Το μέσο- η ανατροπή, η αναταραχή, η ένταση, το ντελίριο του λόγου. «Βοσκοί της αναταραχής» είναι ο πρωτότυπος τίτλος της ταινίας. Η ρήξη δεν μπορεί να συντελεστεί παρα με το ξύπνημα της συλλογικής μυθολογίας της φτωχής αγροτιάς, που θα τινάξει στον αέρα τις συμβάσεις και το «άγιο πάσχα» που προσπαθεί να τις στερεώσει. Η άρχουσα τάξη πετάει τη μάσκα. Οι χωροφύλακες ανεβαίνουν στο βουνό για να κυνηγήσουν και να σκοτώσουν τον Θάνο και τη Δέσποινα, που το σκάνε. Η νεόκοπη δικτακτορία ένα τρόπο γνωρίζει-τη βίαιη καταστολή. Η μάσκα έχει πέσει.  Ο μύθος δεν μπορεί να λειτουργήσει πια.
      Η ίδια η δομή της ταινίας του Νίκου Παπατάκη άλλωστε ακολουθεί με συνέπεια αυτή τη λογική. Την αρχική, συμβατική, συγκρατημένη περιγραφή χώρων, προσώπων και καταστάσεων θα διαδεχθεί η ένταση, η ανατροπή των σχέσεων και η τελική απόδοση της λυσσαλέας έκφρασης της συλλογικής μυθολογίας, που βρίσκεται εν εξεγέρσει παραλύοντας τους μηχανισμούς λειτουργίας της κοινωνίας.  Ο διάλογος εξελίσεται προς την κατεύθυνση των κραυγών, της εξαλλοσύνης, της προφορικής «βλασφημίας προς το κοινωνικό σύνολο». Η κάμερα θα εγκαταλείψει τους δρόμους του χωριού και θα ξεψαχνίσει τη βουνίσια γη, προνομιούχο χώρο ελεύθερης έκρηξης της συλλογικής μυθολογίας.
       Στο βαθμό όμως που η ταινία αναφέρεται στην ελληνική πραγματικότητα, μια τέτοια ανάλυση δεν θα μπορούσε παρά να περάσει μέσα από τον ορισμό της «ελληνικότητας», σημείο που κατά τη γνώμη μας είναι και το πιο ενδιαφέρον στους Βοσκούς. Γιατί μέσα στην ταινία υπάρχει ένα βασικό ερώτημα – πως θα απαλλαχθεί η έννοια της «ελληνικότητας» απ’όλα εκείνα τα στοιχεία που προσκολήθηκαν στο σώμα της και τελικά κατέλαβαν την θέση της? Πως θ’αποτιναχθεί το φολκλορ, ο ελληνοχριστιανικός πολιτισμός, η παράδοση σαν μέσο απάλυνσης των ταξικών διαφορών, στοιχεία που παραπέμπουν κατευθείαν  στην κυρίαρχη ιδεολογία? Η ταινία απαντά με σαφήνεια- μέσα π’τη γύμνια του χώρου και των στοιχείων που τον απαρτίζουν, μέσα από την απογύμνωση των πολιτιστικών κωδίκων που αναφέρονται στο φολκλορ, στην παράδοση κ.τ.λ., μέσα απ’την κατάδειξη των νέων στοιχείων που έχουν εισβάλει στην ελληνική κοινωνία (μαγνητόφωνο, μίνι φούστα της Δέσποινας, αυτοκίνητο του γαμπρού, κουστούμι του Θάνου στο βουνό, πούρο). Έτσι αυτό το αποφορτισμένο νοηματικά πεδίο θα γίνει ο χώρος εγκαθίδρυσης μιας πραγματικής «ελληνικότητας».
       Χρειάζεται άραγε να αναφέρουμε πόσο σημαντική είναι η επαφή του ελληνικού κοινού με μια πραγματικά ελληνική ταινία? Όμως ας μη βιαστούμε. Ο ίδιος γνώριμος κύκλος των θαμώνων του «Στούντιο» και μόνο θα απολαύσει τους Βοσκούς. Και πάλι καλά. Ωστόσο για πρώτη φορά αισθανθήκαμε με τόση ένταση την ανάγκη να σπάσει ο ασφυκτικός κύκλος της αίθουσας τέχνης, για να φτάσουν οι ταινίες στο άμεσα ενδιαφερόμενο κοινό.


Χρηστος Βακαλοπουλος
25.2.1976 


1.Ολοκληρη η ταινια εδω
http://www.cinegreece.com/2012/11/1967_22.html


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου