Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2013

Pi (1998)

Ο Max Cohen είναι ένας ιδιοφυής μαθηματικός. Eίναι κοντά στην ανακάλυψη του Νόμου που διέπει το σύμπαν. Mια καββαλιστική οργάνωση και μια χρηματιστηριακή εταιρεία επιδιώκουν να χρησιμοποιήσουν την ανακάλυψή του προς όφελός τους. Παράλληλα, ο ίδιος ταλαντεύεται επικίνδυνα ανάμεσα στη λογική και την παράνοια.
Το εντυπωσιακό ντεμπούτο του 29χρονου Αρονόφσκυ. Από τότε που το αμερικάνικο ανεξάρτητο σινεμά συνήθιζε να είναι ανεξάρτητο. Μια ταινία φαινόμενο με μπατζετ μόλις 60.000$, παντελώς διαφορετική σε σύγκριση με οτι κυκλοφόρησε από ΗΠΑ στα 90s. Σύστησε ένα διαφορετικό σινεμά, αποθεώθηκε σε διάφορα μικρά φεστιβάλ και πήρε το βραβείο σκηνοθεσίας στο Sundance (έχασε το μεγάλο βραβείο απο το ξεχασμένο Slam.1998) και ανακυρήχτηκε σε future cult classic.
Ο Μαξ (Sean Gullette) έχει 3 κανόνες - (1) τα μαθηματικά είναι η γλώσσα της φύσης, (2) τα πάντα μπορούν να εκφραστούν με αριθμούς και (3) απ' τους αριθμούς προκύπτουν τα πρότυπα. Συνεπώς, υπάρχουν πρότυπα παντού στη φύση. Τι γίνεται στη χρηματαγορά; Το σύμπαν των αριθμών που εκφράζει την παγκόσμια οικονομία. Η υπόθεσή του: Η χρηματαγορά διέπεται επίσης από ένα πρότυπο. 10 χρόνια παλεύει για την επαλήθευση της υπόθεσης του με την βοήθεια του d.i.y. υπερ υπολογιστή- Ευκλείδη. Παθιασμένος με τη έρευνα του, κλειδαμπαρωμένος σε μια τρύπα, αποφεύγει την όμορφη Ινδή γειτόνισσα που τον ταίζει και η μοναδική επαφή του με την πραγματικότητα είναι ο μέντορας του (Mark Margolis) που πάλευε 40 χρόνια με τα πρότυπα του π μέχρι που αποσύρθηκε για να μην αποτρελαθεί και τον προτρέπει μάταια να κάνει το ίδιο. Ήδη τον βασανίζουν συχνές και δυνατές ημικρανίες και τα χάπια δεν βοηθούν αρκετά. Μια μέρα ο Ευκλείδης κρασάρει και σε μια κρίση αυτοσυνείδησης ξερνά μια ύποπτη ακολουθία 216 ψηφίων. Καθώς αποκόπτεται όλο και πιο πολύ από το κόσμο και τα χάπια αυξάνονται, τον καταδιώκουν πράκτορες της wallstreet που θέλουν τα πρότυπα για να ελένξουν την παγκόσμια αγορά και σκληροπυρηνικοί καββαλιστές που πιστεύουν οτι τα 216 ψηφία απαρτίζουν το αληθινό όνομα του θεού. Ενώ προσπαθεί να αποκωδικοποιήσει το χάος, αυτό τον κυκλώνει απειλητικά. Ενώ προσπαθεί μέσω μαθηματικών να ερμηνεύσει την ζωή, αυτή τον προσπερνά.
Συνωμοσίες, θρησκευτικές αιρέσεις, κοσμοθεωρίες, αριθμολογία, wallstreet, taro, κρυφές τεχνολογίες και το αρχαίο κινέζικο παιχνίδι της πλάκας Γκο μπλέκονται σε μια ιστορία με κύριο θέμα την εμμονή (και με στοιχείο MacGuffin το π). Ο μύθος του Ίκαρου στην techno εποχή. Ο Eraserhead.1977 συναντά τον Frankenstein.1931, και το cyber punk τo body horror. Το τραχύ ασπρόμαυρο με έντονο κοντραστ (""""επιρροή""'" από  Tetsuo, the Iron Man.1989 του ShinyaTsukamoto και την σειρά κόμικ Sin City του Frank Miller), οι παλαβές κινήσεις τις κάμερας, η πρώτη χρηση της (πολυφορεμένης πλέον) Snorricam, το απότομο μονταζ (hip hop montage) και τα ηχητικά εφε αντικατοπτρίζουν το μυαλό του ήρωα που βυθίζεται σταδιακά στη τρέλα. Στον  αντίκτυπο της ταινίας βοήθησε τα μέγιστα και το soundtrack που επιμελήθηκε ο Clint Mansell (Pop Will Eat Itself) με επιλογές απο την αφρόκρεμα της ηλεκτρονικής σκηνής της εποχής (Autechre, Aphex Twin, Roni Size, Massive Attack, David Holmes, GusGus, Spacetime Continuum) συνεισφέροντας στη κλειστοφοβική χαοτική υποβλητική εφιαλτική ατμόσφαιρα του έργου. Αναφορές σε Πυθαγόρα, Λεονάρντο Ντα Βίντσι, Αρχιμήδη, Φιμπονάτσι, περιπλέκουν ευχάριστα και ανώδυνα (για άσχετους με μαθηματικά) το στορυ. Χυμένα μυαλά στο νεροχύτι και η σκηνή με το τρυπάνι δεν ξεχνιούνται εύκολα. Ορόσημο των 90s, μαθήμα για το how an independent film is made, ήπιο μαθηματικο midfuck, αντισυμβατικό άγριο μινιμαλιστικό cyber punk sci fi thriller. 12.50.press return
1.Snorricam=bodymount camera- πρωτοχρησιμοποιήθηκε απο τον Saul Bass στο αριστούργημα του John Frankenheimer Seconds (1966)
2.MacGuffin- κινηματογραφικός όρος του Χίτσκοκ = Προσχηματικό αφηγηματικό στοιχείο πάνω στο οποίο στήνεται η πλοκή.
3. 216= 6χ6χ6= 666 φακ γεα !
4. π ≈ 3,14 η μαθηματική σταθερά που ορίζεται ως ο λόγος του μήκους της περιφέρειας ενός κύκλου προς τη διάμετρο 
5.ενας άλλος αριθμός εδω




Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2013

Red Desert (1964)

Η Τζουλιάνα, σύζυγος διευθυντή εργοστασίου και μητέρα ενός αγοριού, βρίσκεται σε κατάσταση μετατραυματικού σοκ μετά από αυτοκινητιστικό ατύχημα. Αποξενωμένη από όλους και όλα, αναγκάσμενη να ζει σ'ένα περιβάλλον που δεν ευνοεί της ψυχολογική της κατάσταση, θα εμπιστευτεί λάθος άτομα προσπαθώντας να πιαστεί απεγνωσμένα από κάπου.
  Η τέταρτη ταινία της θρυλικής τριλογίας της αποξένωσης του Αντονιόνι. Και πάλι Μόνικα Βίτι. Και πάλι μια γυναίκα σε κρίση. Τριγυρνά με τον γιο της στους βαλτότοπους της βιομηχανικής περιοχής της Ραβέννα, "μια πόλη χωρίς ίχνος ανθρωπιάς", την ώρα που οι εργάτες του εργαστασίου κάνουν απεργία. Όμορφη, αφηρεμένη, φρικαρισμένη, κουρασμένη απο γιατρούς και θεραπειές, φοβάται ακόμα και τον ευατό της. Προσπαθεί να επιστρέψει στην πραγματικότητα, όπως λέvε στηv κλιvική, αλλά βλέπει κάτι τρομερό εντός της και αποφεύγει να το αντιμετωπίσει. Αναζητά την θέση της στον Κόσμο και ονειρεύται να γίνει πάλι 15 και να ζήσει μόνη της σε μια ερημική παραλία. Ο άντρας της μόνιμα αδιάφορος και αφοσιωμένος στη δουλειά του ενώ ο γιος - how 1+1=1 - το παίζει οτι έπαθε ουρονοκατέβατη πολιομυελίτιδα μπας και του δώσει κάποιος σημασία. Τους έχει επισκεφτεί ένας άγγλος βιομήχανος με ήσυχη αριστερή συνείδηση (ντουμπλαρισμένος Ed Harris) που ψάχνει εργάτες για ενα εργοστάσιο στη Παταγωνία και φλερτάρει την ευάλωτη Τζουλιάνα εκμεταλλευόμενος την ψυχολογική της αστάθεια.
Άλλη μια εβληματική δημιουργία του Αντονιόνι (πάντα σε συνεργασία με τον συνσεναριογράφο Tonino Guerra). Σαν ανακαιφαλαίωση της τριλογίας και μια φυγή προς τα εμπρός ταυτόχρονα. Ξεπερνώντας τις συμβάσεις του κλασσικού, επεκτύνει τα όρια του σινεμά και θέτει τις σταθερές του μοντέρνου. Χώρος, χρόνος, χρώμα και ήχος αποκτούν ένα προτόγνωρο δημιουργικό ρόλο στην αφήγηση, το νοηματικό και αισθητικό σύνολο. Στην πρώτη ένχρωμη ταινία του το χρώμα βγάζει μάτια. Ένας θρίαμβος του τεκνικολόρ που πέρα απο την οπτική ευχαρίστηση, αποκτά εξπρεσιονιστικό χαρακτήρα και γίνεται εκφραστικό μέσο. Υπερτονίζεται αφύσικα και υποβλητικά (προ digital επεξεργασίας) αποδίδωντας περιγραφικότατα τα ανείπωτα συναισθήματα της ηρωίδας και δημιουργώντας μια αίσθηση ταραχής παρά την απουσία δράσης. Το γκρίζο βιομηχανικό τοπίο είναι ο πρωταγωνιστής - το ντεκορ ανυψώνεται σε υποκείμενο, τα πάντα συμβαίνουν εντός των τοιχών του και στη σκιά του ανθρωπάκια βιώνουν μικρά ή μεγάλα δράματα. "Η βιομηχανία ορίζει τη ζωή μας, την απογυμνώνει από το απρόοπτο, της στερεί την αίσθηση του ζωντανού. Το πλαστικό κυριαρχεί παντού και αργά ή γρήγορα η φύση θα θεωρείται αντίκα"(M.Antonioni). Τεράστιες εγκαταστάσεις, εργοστάσια, φλόγες στον ουρανό, μολυσμένα ύδατα, σκουπιδότοποι, άδειοι δρόμοι, πεθαμένα πλοία είναι ο νέος κόσμος. Μια αφιλόξενη Κόκκινη Έρημο (ελλ.τίτλος) πηγμένη στην βροχή, την ομίχλη και τον θόρυβο που καταπίνει σιγά σιγά τους ήρωες εν αγνοία τους, καθιστώντας τις ανθρώπινες σχέσεις αδύνατες και την επικοινωνία παντελώς απούσα (και ας έχουν στήσει τεράστιες κεραίες για να ακούν τον ήχο των άστρων).
 Τέχνες, επιστήμες, ψυχολογία, φιλοσοφία, αρχιτεκτονική, βιομηχανία, καπιταλισμός, ψυχογεωγραφία (η μελέτη των εξειδικευμένων επιπτώσεων του γεωγραφικού περιβάλλοντος επί των συναισθημάτων και της συμπεριφοράς των ατόμων), ιδεολογίες, οικολογία και ερωτισμός αναμοχλεύονται για να φέρουν τον άνθρωπο αντιμέτωπο με όλες τις όψεις της σύγχρονης καθημερινότητας και να αποκαλυφθεί το δέος και η αμηχανία του μπροστά στον Θαυμαστό Καινούργιο Κόσμο (Άλντους Χάξλεϋ.1932). Φόρμα και περιεχόμενο συντονίζονται απόλυτα πάνω σε αύτη την αμηχανία- οut of focus πλάνα, νεκροί χρόνοι, ελλειπτικοί διάλογοι, ασάφεια, ατελής όργιο (παρά την κατάποση αυγών ορτυκιού- δυνατό αφροδιασιακό), θολούρα, θόρυβος και παύσεις. Χωρίς νοσταλγία για το αγνό παρελθόν ή αποστροφής προς το μέλλον, καταγράφει το "τώρα", το τρέχον, και παρατηρεί αποστασιοποιημένα την ειρωνική σχέση μεταξύ ανθρώπου και προόδου, την αδυνατότητα προσαρμογής στην νέα αστική τάξη πραγμάτων και τις επιπτώσεις στη σχέση κοινωνίας - ατόμου μέσω μιας ιστορίας, χωρίς αρχή και τέλος, εκείνων των ημερών όπου "δεν συμβαίνει τίποτα". Tο νόημα του έργου αποκαλύπτεται με την εικόνα, "έχει κάτι να δείξει, παρά κάτι να πει". Δεν είναι καταγγελία, ούτε κύρηγμα, δεν ψάχνει αίτια και λύσεις, αναδεικνύει την παράδοξη ομορφιά των μηχανών και την ασχήμια της ευημάριας, και επιμένοντας στην δύναμη του κινηματογράφου μιλά με εικόνες για αυτά που ο λόγος αδυνατεί να αποδώσει και η επιστήμη να εξηγήσει. Η προτοφανής μουσική υπόκρουση είναι μια music concrete σύνθεση του πρωτοπόρου Vittorio Gelmetti με βιομηχανικής ήχους και συμπληρώνεται απο το θέμα του Giovanni Fusco δίνοντας μια παράξενη αίσθηση sci-fi thriller στην ατμόσφαιρα. Ένα κόσμημα του παγκόσμιου κινηματογράφου, ορόσημο του μοντερνισμού, αντιπροσωπευτικό δείγμα του "σινεμά του δημιουργού", μπροστά από την εποχή του abstract ambient industrial προβοκατόρικο αντι-ρομαντικό δράμα, πορτραίτο της εποχής για την κοινωνική αρχαιολογία του μέλλοντος.